Το μαρούλι (Lactuca sativa, Λακτούκη η ήμερος) είναι ετήσιο, ποώδες φυτό γρήγορης ανάπτυξης της οικογένειας των Σύνθετων (Compositae). Καλλιεργείται από τους Ρωμαϊκούς χρόνους και η προέλευση του είναι η Ασία. Αναφέρεται από τον Ηρόδοτο, τον Θεόφραστο και τον Διοσκορίδη με το όνομα θριδακίνη και θρίδαξ.[1]
Η ρίζα του είναι πασσαλώδης με μήκος έως μισό μέτρο. Τα φύλλα του βγαίνουν από το βλαστό που είναι κοντός, χρώματος ανοικτοπράσινου ή βαθυπράσινου. Τα μαρούλια είναι λεία, στρογγυλά ή κατσαρά.
Η άνθηση του μαρουλιού γίνεται σταδιακά και οι καρποί του βγαίνουν 10-15 μέρες μετά την άνθηση. Τα μαρούλια πολλαπλασιάζονται με σπόρο. Η σπορά γίνεται σε φυτώρια και σε 15 περίπου μέρες τα φυτάρια είναι έτοιμα για μεταφύτευση. Ευδοκιμεί σε δροσερές θερμοκρασίες και δεν αντέχει στη ζέστη. Στην Ελλάδα καλλιεργείται από το φθινόπωρο μέχρι την άνοιξη, και το καλοκαίρι σε ψυχρότερα κλίματα. Για την επιτυχία στην καλλιέργεια πρέπει να υπάρχει αρκετή εδαφική υγρασία, καλός φωτισμός και δροσερές νύχτες.
Το μαρούλι τρώγεται ωμό, σκέτο ή σε σαλάτες αλλά και μαγειρεμένο με κρέας (φρικασέ).
Οι Η.Π.Α έχουν τη μεγαλύτερη παραγωγή στον κόσμο, ακολουθούν η Κίνα, η Ισπανία και ο Καναδάς. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται 19.000 στρέμματα περίπου και η ετήσια παραγωγή φτάνει τους 25.000 τόνους.
Υπάρχουν πάρα πολλές ποικιλίες μαρουλιού που μπορούν να διακριθούν σε 4 βοτανικές ποικιλίες.
Η διατροφική αξία του μαρουλιού ποικίλλει ανάλογα με την ποικιλία. Το μαρούλι γενικά παρέχει μικρές ποσότητες φυτικών ινών, μερικούς υδατάνθρακες, λίγες πρωτεΐνες και ίχνη λίπους. Τα σημαντικότερα θρεπτικά συστατικά του είναι η βιταμίνη Α και το κάλιο. Η βιταμίνη Α προέρχεται από β-καροτένιο, του οποίο αν και έχει κίτρινο-πορτοκαλί χρώμα δεν ξεχωρίζει λόγο του πράσινου χρώματος της χλωροφύλλης. Το β-καροτένιο, μετατρέπεται σε βιταμίνη Α στο ανθρώπινο σώμα. Όσο πιο σκούρο πράσινο, τόσο περισσότερο β-καροτένιο έχει.[2]
Το μαρούλι, με εξαίρεση την ποικιλία iceberg, είναι επίσης μια μέτρια καλή πηγή βιταμίνης C, ασβεστίου, σιδήρου και χαλκού. Οι νευρώσεις παρέχουν διαιτητικές ίνες, ενώ οι βιταμίνες και τα μέταλλα συγκεντρώνονται στο λεπτό τμήμα των φύλλων.[2]
Ακολουθεί πίνακας με την περιεκτικότητα σε θερμίδες και συστατικά, για ποσότητες 36 (αντιστοιχούν σε ένα φλιτζάνι μαρούλι ωμό, τεμαχισμένο) και 100 γραμμαρίων.[3][4]
Επεξηγήσεις: Μ.Μ. = Μονάδες Μέτρησης, gr = γραμμάριο, mgr = 1/1000 γραμμάριο, mcg = το ένα εκατομμυριοστό ( 1 / 1.000.000 {displaystyle 1/1.000.000} ) του γραμμαρίου, IU = (International Unit) μονάδα μέτρησης στην φαρμακολογία για κάποιες ουσίες και διαφέρει ανάλογα με την ουσία και DV = (Daily Value) είναι το ποσοστό στην ημερήσια θρεπτική αξία για διατροφή 2000 θερμίδων την ημέρα.
Ο πίνακας είναι ενδεικτικός λόγο των διαφορών από ποικιλία σε ποικιλία.[5]
Το μαρούλι (Lactuca sativa, Λακτούκη η ήμερος) είναι ετήσιο, ποώδες φυτό γρήγορης ανάπτυξης της οικογένειας των Σύνθετων (Compositae). Καλλιεργείται από τους Ρωμαϊκούς χρόνους και η προέλευση του είναι η Ασία. Αναφέρεται από τον Ηρόδοτο, τον Θεόφραστο και τον Διοσκορίδη με το όνομα θριδακίνη και θρίδαξ.