The African saucred ibis (Threskiornis aethiopicus) is a species o ibis.
Duddufa ko jinjimi (Threskiornis aethiopica) tsuntsu ne.[1]
Duddufa ko jinjimi (Threskiornis aethiopica) tsuntsu ne.
De Hailig Iibis (latynisch: Threskiornis aethiopicus) isch e Schriitvogel, wo im Nööche Oste und z Afrika vorchunnt. Er het sin Name, wel er im Altertum s hailige Tier vom ägyptische Schriibergott Thot gsii isch.
De Hailig Iibis chunnt hüt no im Iran und im Irak und z Afrika südlich vo de Sahara und z Madagaskar vor. Z Ägypte selber isch er uusgstorbe.
De Iibis isch e groosse uuffälige Vogel. Sin lange Hals und sin Körper und au d Flügel sind mit wiisse Federe bideckt, am Rand vo de Flügel und vom Schwanz sind schwarzi Federe. Au de Chopf isch schwarz. Bi ältere Tier feelet d Federe am Hals. De langi chrummi Schnabel isch schwarz, so wi au sini lange dünne Bai. Im Fluug erschiinet federloosi Stelle underem Flügel as rosarooti Flecke.
De Hailigi Iibis werd zwösched 65 und 75 cm grooss, sini Spannwiiti bitrait 112 bis 124 cm. Mandli sind e bitzeli gröösser as Wiibli.
De Hailig Iibis lebt i sumpfige Piet a de Chüste oder im Binneland, im Süess- oder Brackwasser. Er chunnt nu bis zonere Meereshöchi vo 150 Meter über Meer vor. Er stelzt im flache Wasser umenand und stocheret mit sim Schnabel im Schlamm, won er Wörmer, Schnegge, Schaletierli, Fisch, Frösch und Reptilie suecht. Mengisch fresst er au jungi Vögeli.
De Iibis baut sis Nest im Papyruswald, i Büsch oder uf Bömm. S Wiibli lait zwai wiissi Aier, wo vom Vatter und vo de Muetter uusbrüetet wered.
De Iibis lebt elai oder i chliine Gruppe. Er isch kan schüüche Vogel. Er isch i de Regle stumm, nume selte git er am Bruetplatz haiseri ruuchi Chräächzer vo sich.
Im Altertum isch de Hailig Iibis z Ägypte as s hailige Tier vom Thot vereert wore und s gitt vili bildlichi Darstellige vom Iibis. D Ägypter hend Iibis gfange, iibalsamiert und ufeme aigne Fridhof bi Sakkara bistattet.
De Name (altägypt. hbj; altgr. ibis) isch früe is Tütsche choo und de Name het im früene Noihochtütsche luutgsetzlich Eib gluutet.
De Hailig Iibis (latynisch: Threskiornis aethiopicus) isch e Schriitvogel, wo im Nööche Oste und z Afrika vorchunnt. Er het sin Name, wel er im Altertum s hailige Tier vom ägyptische Schriibergott Thot gsii isch.
Η ιερή ίβιδα είναι μεγάλο πουλί της οικογένειας των Θρησκειορνιθίδων.
Η ιερή ίβιδα είναι ολόλευκο πουλί με μαύρο κεφάλι και λαιμό, τα οποία σημεία δεν έχουν φτέρωμα, και ράμφος μαύρο, ισχυρό και κυρτό προς τα κάτω. Τα τριτεύοντα ερετικά είναι μαυριδερά και σχηματίζουν φούντα στο ουροπύγιο. Τα πόδια της είναι επίσης μαύρα. Το μέγεθός της σε μήκος κυμαίνεται από 60-85 εκ. και έχει άνοιγμα φτερών 110-125 εκ[1].
Η ιερή ίβιδα αναπαράγεται στην Υποσαχάρια Αφρική, στο νοτιοανατολικό Ιράκ και παλαιότερα στην Αίγυπτο, όπου θεωρούταν ιερό πουλί (βλ. Κουλτούρα). Φωλιάζει σε ελώδεις και λασπώδεις υγρότοπους, τόσο στην ενδοχώρα όσο και στις ακτές. Εμφανίζεται επίσης σε καλλιέργειες και χωματερές[2].
Το πουλί αυτό φωλιάζει σε αποικίες σε δέντρα, ανάμεσα σε αποικίες ερωδιών σαν χαλκόκοτα. Χτίζει μια μια φωλιά συνήθως πάνω σε μπαομπάμπ και γεννάει δύο με τρία αυγά.
Τρέφεται με διάφορα ψάρια, βατράχια, μικρά θηλαστικά, ερπετά και μικρότερα πουλιά καθώς και με έντομα. Επίσης μπορεί να τραφεί και με γεωσκώληκες, πιάνοντάς τους με το μακρύ της ράμφος.
Η ιερή ίβιδα εισήχθη στην Γαλλία το 1976 όπου ένας πληθυσμός εξακολουθεί να αναπαράγεται ελεύθερα. Επίσης έχει εισαχθεί στην Ιταλία, την Ισπανία, την ΤαΪβάν, και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Περιστατικά απαντά και αλλού ως δραπέτης. Στην Ελλάδα μια μικρή ομάδα στο Εθνικό Πάρκο Σχοινιά στον Μαραθώνα φώλιαζε για αρκετό καιρό την περίοδο 2008-2009.
Στην Αρχαία Αίγυπτο, η ιερή ίβιδα ήταν ιερό πουλί και σεβαστό ήταν να μουμιοποιούταν από τους Αρχαίους Αιγύπτιους ως το σύμβολο του θεού Θωθ. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, η ίβιδα θεωρούνταν εισβολέας με μορφή φτερωτού φιδιού. Ο Ηρόδοτος αναφέρει:
Υπάρχει μια περιοχή μάλιστα στην Αραβία, που βρίσκεται σχεδόν απέναντι από την πόλη της Βουτώ, στην οποία θέση ήρθα για να ρωτήσω σχετικά με τα φτερωτά ερπετά: και όταν ήρθα προς τα εκεί είδα τα οστά των φιδιών και αγκάθια στην ποσότητα τόσο μεγάλη, ώστε είναι αδύνατο να κάνουν αναφορά του αριθμού, και υπήρχαν σωροί από αγκάθια, κάποιοι σωροί μεγάλοι και άλλοι λιγότερο μεγάλοι και άλλα ακόμα μικρότερα από αυτά, και αυτές οι σωροί ήταν πολλές σε αριθμό. Η περιοχή στην οποία τα αγκάθια ήταν διάσπαρτα πάνω στο έδαφος είναι από τη φύση τους μια είσοδο από ένα στενό ορεινό πέρασμα σε μια μεγάλη πεδιάδα, η οποία συνορεύει με την πεδιάδα της Αιγύπτου? και η ιστορία λέει ότι στις αρχές της άνοιξης τα φτερωτά φίδια από την Αραβία πετούν προς την Αίγυπτο, και τα πουλιά που ονομάζεται ίβιδες τα συναντάς στην είσοδο της χώρας αυτής και δεν υποφέρουν από τα φίδια να πάνε δίπλα, αλλά τα σκοτώνουν. Λόγω αυτής της πράξης είναι (λένε οι Άραβες) ότι η ίβιδα έχει έρθει για να τιμηθεί σε μεγάλο βαθμό από τους Αιγυπτίους, και οι Αιγύπτιοι συμφωνούν επίσης ότι είναι για το λόγο ότι τιμούν αυτά τα πουλιά.
Σε πιο μυθικές ιστορίες, έλεγε επίσης πως οι μύγες που έφερναν λοιμό πέθαιναν αμέσως μετά την εξιλαστήρια θυσία αυτού του πουλιού[3].
Η ιερή ίβιδα είναι μεγάλο πουλί της οικογένειας των Θρησκειορνιθίδων.
Мысырбзу (лат-бз. Threskiornis aethiopicus) — мысырбзу лъэпкъым щыщ лӀэужьыгъуэщ.
ЦӀыкӀукъым, дамэ лъэныкъуэр см. 39 нос. Теплъэ нэхъыщхьэр хужьщ. КӀэ бзийхэр, дамэкӀэ къабзий пхъашэхэр — фӀыцӀэщ; щхьэри пщэри пцӀанӀэ-фӀыцӀэщ, пэ кӀыхьри лъакъуэхэри апхуэдэщ.
Здэпсэур нэхъыщхьэу Африкэращ. Къаукъазым — Хы ФӀыцӀэ, Хы Каспий агъуэблагъуэхэм зэзэмызэ къыщылъатэ мэхъу.
Нэхъыщхьэу и Ӏусыр бдзэжьей, хьэндыркъуакъуэ, гъудэбадзэ е хьэпщхупщ пӀащэхэр.
Мысырбзу (лат-бз. Threskiornis aethiopicus) — мысырбзу лъэпкъым щыщ лӀэужьыгъуэщ.