Ο βασιλικός είναι ετήσιο[Σημ. 1] αρωματικό, ποώδες φυτό, η κοινή ονομασία για το μαγειρικό βότανο Ώκιμον το βασιλικόν της οικογένειας των Χειλανθών Λαμιίδων (δυόσμων) και της τάξης των Σωληνανθών. Σε ορισμένες Αγγλόφωνες χώρες, είναι γνωστός και ως «Βότανο του Αγίου Ιωσήφ».
Ο βασιλικός, πιθανώς να κατάγεται από την Ινδία,[1] ίσως και το Ιράν και να έχει καλλιεργηθεί εκεί, για περισσότερα από 5.000 χρόνια.[2] Ήταν διεξοδικά εξοικειωμένος στους Έλληνες συγγραφείς Θεόφραστο[3] και Διοσκουρίδη. Πρόκειται για ένα μισό-σκληραγωγημένο ετήσιο φυτό πιο γνωστό ως μαγειρικό βότανο, χαρακτηρισμένο κυρίως στην Ιταλική κουζίνα το οποίο επίσης παίζει σημαντικό ρόλο στις κουζίνες της Νοτιοανατολικής Ασίας της Ινδονησίας, Ταϊλάνδης, Μαλαισίας, Βιετνάμ, Καμπότζης, Λάος και της Ταϊβάν. Αναλόγως με το είδος και την ποικιλία, τα φύλλα μπορούν να γευτούν κάπως όπως το γλυκάνισο, με έντονη, πικάντικη συχνά γλυκιά μυρωδιά.
Υπάρχουν πολλές ποικιλίες των Ocimum basilicum καθώς και διάφορα συναφή είδη ή είδη υβρίδια, τα οποία επίσης ονομάζονται βασιλικός. Ο τύπος ο οποίος χρησιμοποιείται στα Ιταλικά φαγητά, συνήθως, ονομάζεται γλυκός βασιλικός, σε αντίθεση με τον βασιλικό της Ταϊλάνδης (O. basilicum ποικ. thyrsiflora), τον βασιλικό λεμόνι (lemon basil - O. X citriodorum) και τον ιερό βασιλικό (holy basil - Ocimum tenuiflorum), οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην Ασία. Ενώ οι πιο διαδεδομένες ποικιλίες του βασιλικού αντιμετωπίζονται ως μονοετή (annual), κάποιοι, σε ζεστά τροπικά κλίματα, είναι πολυετή (perennial),[Σημ. 2] συμπεριλαμβανομένου του «ιερού βασιλικού» («holy basil») και μια ποικιλία γνωστή ως «Αφρικανικός μπλε βασιλικός» («African Blue»).
Η λέξη «βασιλικός» προέρχεται από την ελληνική λέξη «βασιλεύς», που σημαίνει «βασιλιάς»,[5] και που εδώ εννοείται ο Ιησούς Χριστός, καθώς έχει συνδεθεί με την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού (Ὕψωσις τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ),[6] τιμώντας την εύρεση του Τιμίου Σταυρού από την Αγία Ελένη, μητέρα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Α΄.[7] Σύμφωνα με τον θρύλο, η ονομασία του αποδόθηκε, όταν το φυτό φύτρωσε στο χαμένο τάφο του Ιησού και η έντονη μυρωδιά του, έγινε η αφορμή να ανακαλυφθεί. Καθώς, φύτρωσε στο σημείο, όπου ο Μέγας Κωνσταντίνος και η μητέρα του Αγία Ελένη, ανακάλυψαν τον Τίμιο Σταυρό.
Ο βοτανολόγος John Gerard, επισήμανε ότι όσοι έχουν τσιμπηθεί από σκορπιό, να μην αισθάνονται πόνο, αν έτρωγαν βασιλικό[8] και ο Nicholas Culpeper, σημείωσε για τον βασιλικό, ότι ήταν «ένα βότανο του Άρη και κάτω από το Σκορπιό, και ως εκ τούτου ονομάζεται Basilicon» ("an herb of Mars and under the Scorpion, and therefore called Basilicon"),[9] σχετίζοντάς τον με τον βασιλίσκο. Το Oxford English Dictionary αναφέρει εικασίες, ότι ο βασιλικός μπορεί να έχει χρησιμοποιηθεί σε «κάποια βασιλική αλοιφή, μπάνιο ή ιατρική». Ο βασιλικός, εξακολουθεί να θεωρείται από πολλούς συγγραφείς μαγειρικής, ως ο «βασιλιάς των βοτάνων».[10]
Οι περισσότερες εμπορικά διαθέσιμες ποικιλίες βασιλικού, είναι του γλυκού βασιλικού. Υπάρχουν πάνω από 160 κατονομασμένες ποικιλίες, διαθέσιμες, με καινούργιες να εμφανίζονται κάθε χρόνο. Υπάρχουν επίσης μια σειρά από είδη που πωλούνται. Εδώ, είναι μερικοί βασιλικοί, που συνήθως πωλούνται στις ΗΠΑ.[2]
Τις περισσότερες φορές, ο βασιλικός, χρησιμοποιείται φρέσκος στις μαγειρεμένες συνταγές. Γενικά, προστίθεται την τελευταία στιγμή, καθώς το μαγείρεμα, καταστρέφει ταχέως τη γεύση του. Το φρέσκο βότανο, μπορεί να διατηρηθεί για ένα μικρό χρονικό διάστημα, σε πλαστικές σακούλες στο ψυγείο ή για μεγαλύτερη χρονική περίοδο, στην κατάψυξη, αφού ζεματιστεί γρήγορα σε βραστό νερό. Το αποξηραμένο βότανο, χάνει επίσης το μεγαλύτερο μέρος της γεύσης του και αυτό το λίγο εναπομείναν άρωμα, έχει πολύ διαφορετική γεύση, με ένα αδύναμο άρωμα κουμαρίνης, παρόμοιο με αυτό του σανού.
Στη μαγειρική χρησιμοποιούνται κυρίως αποξηραμένα φύλλα της πλατύφυλλης ποικιλίας, το άρωμα των οποίων μοιάζει λίγο με αυτό του γλυκάνισου. Αρωματίζει διάφορα ψητά, σαλάτες, βραστά, κοκκινιστά, σούπες κλπ. ενώ ταιριάζει πολύ σε σάλτσες που έχουν ως βάση τη φρέσκια ντομάτα (π.χ. ιδίως κατά το καλοκαίρι, μια σαλάτα ντομάτας μαζί με φρεσκοκομμένα φύλλα βασιλικού, είναι μια ξεχωριστή γευστική εμπειρία). Στην Ιταλική κουζίνα, η σάλτσα ζυμαρικών πέστο (pesto), μια πράσινη Ιταλική σάλτσα ελαίου και βοτάνου, έχει για βάση της το βασιλικό.
Οι πιο συχνά χρησιμοποιούμενες ποικιλίες βασιλικού της Μεσογείου είναι οι:"Genovese", "Purple Ruffles", "Mammoth", "Cinnamon", "Lemon", "Globe" και η "African Blue". Οι Κινέζοι επίσης, χρησιμοποιούν νωπούς ή αποξεραμένους βασιλικούς, σε σούπες και άλλες τροφές. Στην Ταϊβάν, οι άνθρωποι προσθέτουν νωπά φύλλα βασιλικού στις παχιές σούπες (Παραδοσιακά Κινεζικά: 羹湯· πινγίν: gēngtāng). Τρώνε επίσης, τηγανητό κοτόπουλο με βαθιά τηγανισμένα φύλλα βασιλικού. Ο βασιλικός, (συνηθέστερα ο Ταϊλανδέζικος βασιλικός), συνήθως εμβρέχεται σε γάλα ή κρέμα, ώστε να δημιουργήσει μια ενδιαφέρουσα γεύση στα παγωτά ή τις σοκολάτες (όπως τις τρούφες). Τα φύλλα, δεν είναι το μόνο τμήμα του βασιλικού, που χρησιμοποιούνται σε εφαρμογές της μαγειρικής, οι ανθοφόροι οφθαλμοί (μπουμπούκια), έχουν μια πιο λεπτή γεύση και είναι βρώσιμοι.
Ο βασιλικός της Ταϊλάνδης, είναι επίσης καρύκευμα στη Βιετναμέζικη σούπα μανέστρα (noodle soup), phở.
Οι σπόροι των διαφόρων ποικιλιών του βασιλικού, όταν εμποτιστούν στο νερό, γίνονται ζελατινώδεις και χρησιμοποιούνται σε Ασιατικά ποτά και επιδόρπια, όπως το faluda,[Σημ. 3] σερμπέτι (sherbet)[Σημ. 4] ή hột é.
Χρησιμοποιείται ως αντισπασμωδικό, ορεκτικό, άφυσο (διαλύων τα αέρια), έκκριση γάλακτος και στομαχικό.[14] Είναι επίσης πολύ χρήσιμο για την ανακούφιση από τις κράμπες στο στομάχι, γαστρική καταρροή, εμετό, εντερική καταρροή, δυσκοιλιότητα, εντερίτιδα.[14] Ως αντισπασμωδικό, ορισμένες φορές έχει χρησιμοποιηθεί για τον κοκκύτη. Συνιστάται επίσης για τον πονοκέφαλο.[14] Γενικά, η χρησιμότητα του βασιλικού, σχετίζεται με το στομάχι και τα συγγενεύοντα σε αυτό όργανα.[14]
Στην Ελλάδα είναι από τα πιο κοινά οικιακά φυτά. Χρησιμοποιείται στη λαϊκή φαρμακευτική ως βότανο, καθώς πιστεύεται πως είναι καλό διουρητικό, καταπραΰνει το στομαχόπονο και το πονοκέφαλο, ενώ στην αρχαιότητα, τον χρησιμοποιούσαν ως επίθεμα, μετά από δάγκωμα εντόμου, σκορπιού ή και φιδιού.
Ο βασιλικός, χρησιμοποιείται για τις θεραπευτικές του ιδιότητες στην Αγιουρβέντα, το παραδοσιακό φαρμακευτικό σύστημα της Ινδίας και την ιατρική Σίντα, ένα παραδοσιακό σύστημα ιατρικής των Ταμίλ.
Με την ονομασία «βασιλικός», είναι γνωστά και άλλα είδη που βρίσκονται σε τροπικές περιοχές. Είναι θάμνοι μικρού ύψους και καλλιεργούνται και ως καλλωπιστικοί. Ένα από τα είδη αυτά, έχει την ονομασία φυτό του πυρετού και στις περιοχές της Δυτικής Αφρικής χρησιμοποιείται ως αντιπυρετικό.
Αρκετοί άλλοι βασιλικοί, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων άλλων ειδών Ώκιμον (Ocimum), αναπτύσσονται σε πολλές περιοχές της Ασίας. Οι περισσότεροι από τους Ασιατικούς βασιλικούς, έχουν μια γεύση σαν του γαρίφαλου και που σε γενικές γραμμές, είναι ισχυρότεροι από ό,τι οι βασιλικοί της Μεσογείου. Ο πιο ξεχωριστός είναι ο ιερός βασιλικός ή τουλσί (tulsi), ένα εκτιμώμενο γηγενείς φυτό στην Ινδία και το Νεπάλ. Στην Κίνα, η τοπική ποικιλία ονομάζεται (Παραδοσιακά Κινεζικά: 九層塔· πινγίν: jiǔ céng tǎ· κυριολεκτικά: «παγόδα εννέα επιπέδων» ["nine-level pagoda"]), ενώ, οι εισαγόμενες ποικιλίες ονομάζονται (Παραδοσιακά Κινεζικά: 羅勒· πινγίν: luó lè) ή (Παραδοσιακά Κινεζικά: 巴西里· πινγίν: bā xī lǐ), παρόλο που το 巴西里, συνήθως αναφέρεται σε ένα διαφορετικό φυτό, τον μαϊντανό.
Ο βασιλικός λεμόνι (lemon basil), έχει μια έντονη μυρωδιά λεμονιού και γεύση πολύ διαφορετική από εκείνη των άλλων ποικιλιών, επειδή περιέχει μια χημική ουσία που ονομάζεται κιτράλη (citral). Χρησιμοποιείται ευρέως στην Ινδονησία, όπου ονομάζεται kemangi και προσφέρεται ωμός, μαζί με ωμό λάχανο, πράσινα φασολάκια, αγγούρι και ως συνοδευτικό τηγανιτού ψαριού ή πάπιας. Όταν διασπαστούν τα άνθη του, γίνονται ένα πικάντικο άρτυμα σαλάτας.
Οι ποικίλοι βασιλικοί, έχουν τόσο ξεχωριστές ευωδίες, επειδή το βότανο έχει μια σειρά από διαφορετικά αιθέρια έλαια, τα οποία έρχονται από κοινού σε διαφορετικές αναλογίες, για τις διάφορες ράτσες. Η ισχυρή σαν-γαρίφαλο μυρωδιά του γλυκού βασιλικού, εξάγεται από την ευγενόλη, το ίδιο χημικό συστατικό όπως και το πραγματικό γαρίφαλο.[15] Η ευωδία κίτρου του βασιλικού λεμόνι και βασιλικού μοσχολέμονο, αντανακλούν το υψηλότερο ποσοστό τους στη κιτράλη, το οποίο προκαλεί αυτό το φαινόμενο σε αρκετά φυτά, συμπεριλαμβανομένου του μελισσόχορτου και του λιμονένιου, το οποίο δίνει στην πραγματική φλούδα του λεμονιού, το άρωμά του. Ο Αφρικανικός μπλε βασιλικός (African blue basil), έχει μια ισχυρή μυρωδιά καμφοράς, διότι περιέχει καμφορά και καμφένιο σε υψηλότερες αναλογίες. Ο βασιλικός γλυκόριζα περιέχει ανηθόλη, την ίδια χημική ουσία που κάνει το γλυκάνισο μυρίζει όπως η γλυκόριζα και στην πραγματικότητα μερικές φορές ονομάζεται «βασιλικός γλυκάνισο».
Άλλες χημικές ουσίες, οι οποίες βοηθούν να παραχθούν οι διακριτικές ευωδίες από πολλούς βασιλικούς, ανάλογα με το ποσοστό τους σε κάθε συγκεκριμένη ράτσα, περιλαμβάνουν:
Με βάση την χημική περιεκτικότητα, οι βασιλικοί μπορούν να χωριστούν σε τέσσερις ομάδες:
Οι περισσότεροι μαγειρικοί και διακοσμητικοί βασιλικοί, είναι ποικιλίες του είδους Ocimum basilicum, αλλά και άλλα είδη καλλιεργούνται επίσης και υπάρχουν πολλά υβρίδια μεταξύ των ειδών. Παραδοσιακά, ένα πράσινο φυτό, μερικές ποικιλίες, όπως το «Purple Delight» έχουν φύλλα που εμφανίζονται μωβ.[24]
Ο βασιλικός, αναπτύσσεται σε ύψος μεταξύ 30-130 εκ. (12-51 ίντσες), με αντικριστά, ανοιχτό-πράσινα, μεταξένια φύλλα μήκους 3-11 εκ (1,2 έως 4,3 ίντσες) και πλάτος 1-6 εκ. (0,39 έως 2,36 ίντσες). Τα άνθη είναι μικρά, λευκού χρώματος και τοποθετημένα σε μια τερματική ακίδα (spike).[Σημ. 5] Ασυνήθιστο μεταξύ των Χειλανθών (Lamiaceae), οι τέσσερις στήμονες και το ύπερο[Σημ. 6] δεν ωθούνται κάτω από το άνω χείλος της στεφάνης (corolla),[Σημ. 7] αλλά κείται πάνω από το κατώτερο χείλος. Μετά την εντομόφιλη επικονίαση, η στεφάνη αποκολλάται και τέσσερα στρογγυλά αχαίνια (achenes)[Σημ. 8] αναπτύσσονται στο εσωτερικό του διπλόχειλου κάλυκα (bilabiate calyx).[Σημ. 9]
Ο βασιλικός είναι πολύ ευαίσθητος στο κρύο, με την καλύτερη ανάπτυξη σε θερμές και ξηρές συνθήκες. Συμπεριφέρεται ως ετήσιο, εάν υπάρχει οποιαδήποτε πιθανότητα παγετού. Στη Βόρεια Ευρώπη, τον Καναδά, τις βόρειες πολιτείες των ΗΠΑ και το Νότιο Νησί της Νέας Ζηλανδίας, θα μεγαλώσει καλύτερα αν σπαρεί κάτω από γυαλί σε ένα τσουκάλι τύρφης, κατόπιν μεταφυτεύεται στα τέλη της άνοιξης / αρχές του καλοκαιριού (όταν υπάρχει ελάχιστη πιθανότητα παγετού).[25] Επιπλέον, μπορεί να σπαρθεί στο έδαφος, άπαξ και έχει παρέλθει η πιθανότητα παγετού. Διάγει καλύτερα, σε καλά στραγγισμένα ηλιόλουστα σημεία.
Παρά το γεγονός, ότι ο βασιλικός αναπτύσσεται καλύτερα σε εξωτερικούς χώρους, μπορεί να καλλιεργηθεί σε εσωτερικούς χώρους σε ένα τσουκάλι και όπως και τα περισσότερα βότανα, θα αναπτυχθεί καλύτερα, σε ένα περβάζι παραθύρου με ισημερινό προσανατολισμό. Θα πρέπει να φυλάσσεται μακριά από δυνατά κρύα ρεύματα και αναπτύσσεται καλύτερα στο έντονο ηλιακό φως, ως εκ τούτου, ένα θερμοκήπιο ή σειρά κάλυμμα (row cover), είναι ιδανικό εάν είναι διαθέσιμο. Μπορεί ωστόσο, να αναπτυχθεί ακόμη και σε ένα υπόγειο, κάτω από λάμπες φθορισμού.
Αν τα φύλλα του μαραθούν από την έλλειψη νερού, θα ανακάμψει, αν ποτιστεί καλά και τοποθετηθεί σε ευήλια τοποθεσία. Τα κίτρινα φύλλα στο κάτω μέρος του φυτού, είναι μια ένδειξη ότι το φυτό έχει αγχωθεί· συνήθως, αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται λιγότερο νερό ή λιγότερο ή περισσότερο λίπασμα.
Σε πιο ηλιόλουστα κλίματα, όπως της Νότιας Ευρώπης, των νοτίων πολιτειών των ΗΠΑ, του Βόρειου Νησιού της Νέας Ζηλανδίας και στην Αυστραλία, ο βασιλικός θα ευδοκιμήσει, αν φυτευτεί έξω. Ευημερεί επίσης κατά το καλοκαίρι, στις κεντρικές και βόρειες Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά μαραίνεται, όταν οι θερμοκρασίες φτάσουν στο σημείο πήξης. Θα ξανά αναπτυχθεί το επόμενο έτος, αν του επιτραπεί να κάνει σπόρο. Θα χρειαστεί τακτικό πότισμα, αλλά δεν χρειάζεται τόση πολλή προσοχή, όπως απαιτείται στα άλλα κλίματα.
Ο βασιλικός μπορεί επίσης να μεταδοθεί πολύ αξιόπιστα, από μοσχεύματα με τα στελέχη των κοντών μοσχευμάτων να αναστέλλονται για δύο εβδομάδες ή περισσότερο, έως ότου το νερό να αναπτύξει τις ρίζες.
Άπαξ και το στέλεχος παραγάγει άνθη, η παραγωγή φυλλώματος σταματά στο συγκεκριμένο στέλεχος, το στέλεχος γίνεται ξυλώδες και μειώνεται η παραγωγή του αιθέριου ελαίου. Για να αποφευχθεί αυτό, ένας καλλιεργητής βασιλικού, μπορεί να αφαιρέσει όσους μίσχους λουλουδιών, πριν αυτοί ωριμάσουν πλήρως. Επειδή μόνο το ανθισμένο στέλεχος επηρεάζεται έτσι, μερικά στελέχη μπορούν να αφαιρεθούν για την παραγωγή φύλλων, ενώ άλλα αφήνονται να ανθίσουν για διακόσμηση ή για σπόρους.
Μόλις το φυτό έχει τη δυνατότητα να ανθήσει, τότε μπορεί να παράγει λοβούς σπόρων οι οποίοι περιέχουν μικρά μαύρα κουκούτσια, τα οποία μπορούν να αποθηκευτούν και να φυτευτούν το επόμενο έτος. Το μάζεμα των φύλλων από το φυτό, βοηθά στην προώθηση της ανάπτυξης, κυρίως, γιατί το φυτό αντιδρά μετατρέποντας τα ζεύγη των φυλλαδίων, δίπλα από τα κορυφαία φύλλα, σε νέους μίσχους.
Σε διπλές τυφλές γευστικές δοκιμές, έχει βρεθεί, ότι ο βασιλικός δεν επηρεάζει σημαντικά τη γεύση της τομάτας, όταν φυτεύεται δίπλα σε αυτές.[26]
Ο βασιλικός υποφέρει από διάφορα παθογόνα φυτών που μπορούν να καταστρέψουν την καλλιέργεια και να μειώσουν την απόδοση. Η Φουζαρίωση (Fusarium wilt), είναι μια χώματο-μυκητιασική νόσος που θα σκοτώσει γρήγορα τα νεότερα φυτά του βασιλικού. Τα σπορόφυτα μπορούν επίσης να θανατωθούν από το Pythium ριζοκτονία (damping off).[Σημ. 10]
Μια κοινή νόσος φυλλώματος του βασιλικού, είναι η γκρι μούχλα (gray mold), η οποία προκαλείται από τον Botrytis cinerea· μπορεί επίσης να προκαλέσει λοιμώξεις μετά τη συγκομιδή και είναι ικανή να σκοτώσει το σύνολο του φυτού. Η ασθένεια black spot, μπορεί επίσης να φανεί στο φύλλωμα του βασιλικού και προκαλείται από τον μύκητα του γένους Colletotrichum.
Πιο πρόσφατα, ο περονόσπορος (downy mildew) του βασιλικού, ο οποίος προκαλείται από τον Peronospora belbahrii, είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, τόσο για εμπορικούς παραγωγούς όσο και για τους οικιακούς καλλιεργητές. Η ασθένεια, αναφέρθηκε για πρώτη φορά στην Ιταλία το 2004,[27] καθώς επίσης και στις ΗΠΑ το 2007 και 2008[28][29] αυξάνεται δε σταθερά στην επικράτηση, τη διανομή και την οικονομική σημασία από τότε.
Πρόσφατα, έχουν υπάρξει πολλές έρευνες σχετικά με τα οφέλη στην υγεία, που απορρέουν από τα αιθέρια έλαια, που βρέθηκαν στον βασιλικό. In vitro επιστημονικές μελέτες, απέδειξαν ότι οι ενώσεις στο αιθέριο έλαιο του βασιλικού έχουν ισχυρές αντιοξειδωτικές, αντιιικές και αντιμικροβιακές ιδιότητες και δυνητικές για χρήση στην αντιμετώπιση του καρκίνου.[30][31][32][33] Επιπλέον, ο βασιλικός έχει αποδειχθεί ότι μειώνει την ύπαρξη συσσωμάτωσης αιμοπεταλίων και πειραματικών θρόμβων στα ποντίκια.[34] Παραδοσιακά, χρησιμοποιείται στην Ινδία, ως συμπληρωματική θεραπεία κατά του άγχους, του άσθματος και του διαβήτη.[35]
Ο βασιλικός, καθώς και άλλα αρωματικά φυτά, όπως το μάραθο και το εστραγκόν, περιέχει εστραγόλη, ένα γνωστό καρκινογόνο και τερατογόνο, σε αρουραίους και ποντίκια. Ενώ οι επιπτώσεις στον άνθρωπο είναι επί του παρόντος άνευ μελέτης, η παρέκταση, χρησιμοποιώντας το σωματικό βάρος από τα πειράματα τρωκτικών, υποδηλώνει ότι 100–1000 φορές την κανονική αναμενόμενη έκθεση, ακόμα πιθανώς παράγει έναν ελάχιστο κίνδυνο καρκίνου.[36]
Υπάρχουν πολλά τελετουργικά και δοξασίες που σχετίζονται με τον βασιλικό. Ορισμένες φορές, οι Γάλλοι, αποκαλούν τον βασιλικό "l'herbe royale" ("royal herb" = "βασιλικό βότανο"),[37] ενώ στα Ουαλικά έχει τη συνώνυμη ονομασία "brenhinllys".[38][39] Η Εβραϊκή λαϊκή παράδοση, προτείνει ότι προσθέτει δύναμη, κατά τη νηστεία.[40] Στην Πορτογαλία, ο βασιλικός θάμνος νάνος, παραδοσιακά παρουσιάζεται στην αγαπημένη, εντός σε μιας γλάστρας, μαζί με ένα ποίημα και ένα pom-pom,[Σημ. 11] κατά τις θρησκευτικές εορτές του Αγίου Ιωάννη και του Αγίου Αντωνίου. Ωστόσο στην Αρχαία Ελλάδα, ο βασιλικός αντιπροσώπευε το μίσος και η Ευρωπαϊκή παράδοση ορισμένες φορές, ισχυρίζεται ότι ο βασιλικός είναι σύμβολο του Σατανά.[41] Ο Αφρικανικός θρύλος ισχυρίζεται, ότι ο βασιλικός προστατεύει από τους σκορπιούς, ενώ ο Άγγλος βοτανολόγος Culpeper, επικαλείται ένα «Hilarius, ένας Γάλλος γιατρός» ("Hilarius, a French physician") καθώς η κοινή γνώση βεβαιώνει, ότι μυρίζοντας πάρα πολύ βασιλικό, θα αναπαράγονται σκορπιοί στον εγκέφαλο.
Ο ιερός βασιλικός, ο οποίος επίσης ονομάζεται τουλσί (tulsi), χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης στον Ινδουισμό. Πιστεύεται ότι το βότανο βρέθηκε να αναπτύσσεται στον πρωτότυπο σταυρό του Χριστού, όταν ανακαλύφθηκε από την Αυτοκράτειρα Ελένη και ως εκ τούτου, ο βασιλικός έχει θρησκευτική σημασία στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, όπου χρησιμοποιείται για το ράντισμα του αγιασμού.[42] Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες της Βουλγαρίας, της Σερβίας, της πΓΔΜ και της Ρουμανίας χρησιμοποιούν βασιλικό (Βουλγαρικά και σλαβομακεδονικά: босилек· Ρουμανικά: busuioc, Σερβικά: босиљак), για την προετοιμασία του αγιασμού και συνήθως τοποθετούνται γλάστρες από βασιλικό, κάτω από την Αγία Τράπεζα των εκκλησιών.[43]
Στην Ευρώπη, ο βασιλικός τοποθετείται στα χέρια των νεκρών, ώστε να διασφαλιστεί ένα ασφαλές ταξίδι.[44] Στην Ινδία, το τοποθετούν στο στόμα του θανόντος, ώστε να εξασφαλίσει ότι θα φτάσουν τον Θεό.[45] Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι και οι αρχαίοι Έλληνες, πίστευαν ότι θα ανοίξουν οι πύλες του ουρανού, στο άτομο που τις περνά.[46]
Στο «Δεκαήμερον» («Decameron»)[Σημ. 12] του Βοκάκιου, στην αξέχαστη νοσηρή ιστορία (νουβέλα V), λέει για την Lisabetta, της οποίας τα αδέρφια φόνευσαν τον εραστή της. Παρουσιάζεται στο όνειρό της και της δείχνει πού είναι θαμμένος. Εκείνη ξεθάβει κρυφά την κεφαλή του και την τοποθετεί μέσα σε μια γλάστρα με βασιλικό, όπου τον ποτίζει καθημερινά, με τα δάκρυα της. Τη γλάστρα της, την απομάκρυναν τα αδέλφια της και λίγο καιρό μετά πεθαίνει από τη θλίψη της. Η ιστορία του Βοκάκιου είναι η πηγή του ποιήματος "Isabella or The Pot of Basil" του Τζον Κητς – το οποίο με τη σειρά του ενέπνευσε τους πίνακες «Isabella» (του Millais) και «Isabella and the Pot of Basil» (του William Holman Hunt). Μια παρόμοια ιστορία, λέγεται και για την Rosalind, βασίλισσα των Λομβαρδών.
Σε ορισμένες κεντρικές περιοχές του Μεξικού, ο βασιλικός χρησιμοποιείται για να προσελκύσει την τύχη, κρεμώντας ένα μάτσο του φυτού στην πόρτα ή το παράθυρο του καταστήματος. Η ανάπτυξη του φυτού, αντικατοπτρίζει τον πλούτο της επιχείρησης, δείχνοντας πόσο, ο ευσυνείδητος ιδιοκτήτης, φροντίζει για το κατάστημά του και το βότανό του.
Ο βασιλικός έχει σημαντικό ρόλο στην Ελληνική λαϊκή και θρησκευτική παράδοση.
Στα Θεοφάνεια, ο ιερέας ραίνει τους πιστούς με αγιασμό, βουτώντας ένα κλαδί βασιλικό μέσα στο άγιασμα. Στη γιορτή της Υψώσεως του Τίμιου Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου, στις εκκλησίες, μοιράζεται βασιλικός.
Μια μελέτη του αιθέριου ελαίου έδειξε αντιμυκητιακές και έντομο-απωθητικές ιδιότητες.[47] Μια παρόμοια μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2009, επιβεβαίωσε ότι εκχυλίσματα από το φυτό είναι πολύ τοξικά για τα κουνούπια.[48] Ωστόσο, το φυτό δεν είναι τοξικό σε αρουραίους.[12] Λίγες πληροφορίες είναι διαθέσιμες, για πιθανή τοξικότητα στον άνθρωπο.
Ο βασιλικός είναι ετήσιο αρωματικό, ποώδες φυτό, η κοινή ονομασία για το μαγειρικό βότανο Ώκιμον το βασιλικόν της οικογένειας των Χειλανθών Λαμιίδων (δυόσμων) και της τάξης των Σωληνανθών. Σε ορισμένες Αγγλόφωνες χώρες, είναι γνωστός και ως «Βότανο του Αγίου Ιωσήφ».
Ο βασιλικός, πιθανώς να κατάγεται από την Ινδία, ίσως και το Ιράν και να έχει καλλιεργηθεί εκεί, για περισσότερα από 5.000 χρόνια. Ήταν διεξοδικά εξοικειωμένος στους Έλληνες συγγραφείς Θεόφραστο και Διοσκουρίδη. Πρόκειται για ένα μισό-σκληραγωγημένο ετήσιο φυτό πιο γνωστό ως μαγειρικό βότανο, χαρακτηρισμένο κυρίως στην Ιταλική κουζίνα το οποίο επίσης παίζει σημαντικό ρόλο στις κουζίνες της Νοτιοανατολικής Ασίας της Ινδονησίας, Ταϊλάνδης, Μαλαισίας, Βιετνάμ, Καμπότζης, Λάος και της Ταϊβάν. Αναλόγως με το είδος και την ποικιλία, τα φύλλα μπορούν να γευτούν κάπως όπως το γλυκάνισο, με έντονη, πικάντικη συχνά γλυκιά μυρωδιά.
Υπάρχουν πολλές ποικιλίες των Ocimum basilicum καθώς και διάφορα συναφή είδη ή είδη υβρίδια, τα οποία επίσης ονομάζονται βασιλικός. Ο τύπος ο οποίος χρησιμοποιείται στα Ιταλικά φαγητά, συνήθως, ονομάζεται γλυκός βασιλικός, σε αντίθεση με τον βασιλικό της Ταϊλάνδης (O. basilicum ποικ. thyrsiflora), τον βασιλικό λεμόνι (lemon basil - O. X citriodorum) και τον ιερό βασιλικό (holy basil - Ocimum tenuiflorum), οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην Ασία. Ενώ οι πιο διαδεδομένες ποικιλίες του βασιλικού αντιμετωπίζονται ως μονοετή (annual), κάποιοι, σε ζεστά τροπικά κλίματα, είναι πολυετή (perennial), συμπεριλαμβανομένου του «ιερού βασιλικού» («holy basil») και μια ποικιλία γνωστή ως «Αφρικανικός μπλε βασιλικός» («African Blue»).