Crocus cartwrightianus ist eine Pflanzenart aus der Gattung der Krokusse (Crocus). Sie gilt als Ursprung des Safran-Krokus[1][2] [3].
Crocus cartwrightianus ist ein ausdauernder Knollen-Geophyt, der Wuchshöhen von 4 bis 10 Zentimeter erreicht. Die Blätter sind meist bewimpert. Die Knollenhülle besteht aus feinen Netzfasern. Der Schlund ist weiß und an der Ansatzstelle der Staubfäden flaumig. Die Blüten sind lila bis purpurn gefärbt mit dunkler Aderung oder weiß mit manchmal purpurnem Grund. Außen sind sie gleichfarbig. Die Griffeläste sind rot und lang. Staubbeutel und Pollen sind gelb.
Die Blütezeit reicht von Oktober bis Dezember.
Die Chromosomenzahl beträgt 2n = 16.[4]
Crocus cartwrightianus kommt im Bereich der Ägäis vor. Auf Kreta wächst die Art in offener Phrygana, Rasen und Kiefernwäldern in Höhenlagen von 30 bis 120 Meter.
Crocus cartwrightianus ist eine Pflanzenart aus der Gattung der Krokusse (Crocus). Sie gilt als Ursprung des Safran-Krokus .
Crocus cartwrightianus 'Albus'Ο Κρόκος του Καρτράιτ (Crocus cartwrightianus) είναι είδος ανθοφόρου φυτού της οικογένειας των Ιριδοειδών. Είναι ενδημικό της Ελλάδας, και συγκεκριμένα στη Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο, τις Κυκλάδες και την Κρήτη.
Η ειδική λατινική ονομασία cartwrightianus αναφέρεται από το όνομα του Άγγλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη, John Cartwright,[1] ο οποίος συνέλεξε το φυτό από την Τήνο.[2]
Είναι πολυετές βολβώδης πόα που φτάνει σε ύψος τα 5 εκ. με 6 άνθη λευκά ή ιώδη με έντονες σκούρες νευρώσεις και δεν κλείνουν τη νύχτα. Φέρει 3 ανθήρες κίτρινους και στίγματα μακρότατα με έντονο πορτοκαλί ή κόκκινο χρώμα που βγαίνουν και κρέμονται έξω από το περιγόνιο (1). Ο βολβός του περιβάλλεται από νηματώδεις ή δικτυωτούς χιτώνες. Φύλλα λεπτά, λογχοειδή, πράσινα, 6-12 ανά βολβό που βγαίνουν συγχρόνως με τα άνθη φθινόπωρο με χειμώνα.[3] Ανθίζει τους μήνες Οκτώβριο-Δεκέμβριο.[4][5][6]
Ο κρόκος του Καρτράιτ είναι ενδημικό είδος της Νότιας Ελλάδας, όπου φυτρώνει σε βραχώδεις τοποθεσίες ασβεστολιθικού πετρώματος, λόφους, θαμνότοπους και αραιά πευκοδάση χαμηλού υψομέτρου, μέχρι 1000 μ. από το επίπεδο της θάλασσας. Εξαπλώνεται στη Δυτική Κρήτη (Χανιά), αρκετά νησιά των Κυκλάδων (Σαντορίνη, Νάξος, Μύκονος, Τήνος, Σύρος, Κέα), την Αττική (Υμηττός), την Αίγινα, τη Σαλαμίνα και την Ύδρα. Το βορειότερο σημείο που έχει εντοπιστεί είναι το όρος Πάστρα, στα σύνορα Αττικής και Βοιωτίας. Υπάρχει αναφορά και από τον Ελικώνα, που χρειάζεται επιβεβαίωση.[5]
Ο κρόκος του Καρτράιτ είναι ο υποτιθέμενος άγριος πρόγονος του καλλιεργούμενου στείρου τριπλοειδούς Crocus sativus (σαφράν),[7] τον κρόκο της Κοζάνης.[8] Πιθανότατα εμφανίστηκε πρώτα στην Κρήτη. Μια προέλευση στη Δυτική ή Κεντρική Ασία, αν και συχνά ύποπτη, έχει απορριφθεί από τη βοτανική έρευνα.[9]
Υπάρχουν ενδείξεις ότι το φυτό αυτό καλλιεργήθηκε στην αρχαία Κρήτη τουλάχιστον από την Μέση Μινωική Εποχή, όπως παρουσιάζεται από την τοιχογραφία με τίτλο «Οι Κροκοσυλλέκτριες», του 16ου π.Χ. αιώνα που βρέθηκε στο Ακρωτήρι της Θήρας, που απεικονίζει δύο γυναίκες να συγκεντρώνουν άνθη κρόκου.
Επίσης, σήμερα καλλιεργείται μια ποικιλία αυτού του είδους, το 'Albus', που κάνει λευκά και πιο πυκνά άνθη.
(1) περιγόνιο: έτσι λέγονται όλα μαζί τα πέταλα στα άνθη των φυτών της τάξης των Λειριωδών.
Κρόκος στη Σαντορίνη
Ο Κρόκος του Καρτράιτ (Crocus cartwrightianus) είναι είδος ανθοφόρου φυτού της οικογένειας των Ιριδοειδών. Είναι ενδημικό της Ελλάδας, και συγκεκριμένα στη Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο, τις Κυκλάδες και την Κρήτη.
Η ειδική λατινική ονομασία cartwrightianus αναφέρεται από το όνομα του Άγγλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη, John Cartwright, ο οποίος συνέλεξε το φυτό από την Τήνο.
Crocus cartwrightianus is a species of flowering plant in the family Iridaceae, native to mainland Greece and Crete. It is a cormous perennial growing to 5 cm (2 in). The flowers, in shades of lilac or white with purple veins and prominent red stigmas, appear with the leaves in autumn and winter.[1]
The flower style divides while still within the throat of the flower, well below the bases of the anthers. The branches of the stigma are taller than the anthers and about the same length as the petals. The throat of the flower is bearded. The leaves and flowers are produced at the same.[2]
The Latin specific epithet cartwrightianus refers to the 19th century British Consul to Constantinople, John Cartwright.[3]
C. cartwrightianus is the presumed wild progenitor of the domesticated triploid Crocus sativus – the saffron crocus.[4][5][6] Although some doubts remain on its origin,[7] it is believed that saffron originated in Iran.[8] However, Greece[7] and Mesopotamia[8] have also been suggested as the possible region of origin of this plant.
This species is commonly found growing on limestone soil areas of the Attica Peninsula of Greece.
There is evidence that this plant was cultivated in ancient Crete at least as early as the Middle Minoan Period, as exhibited by a mural, the "Saffron Gatherer", illustrating the gathering of crocuses.[9]
This plant,[10] has gained the Royal Horticultural Society's Award of Garden Merit.
Crocus cartwrightianus is a species of flowering plant in the family Iridaceae, native to mainland Greece and Crete. It is a cormous perennial growing to 5 cm (2 in). The flowers, in shades of lilac or white with purple veins and prominent red stigmas, appear with the leaves in autumn and winter.
Crocus cartwrightianus, es una especie de planta fanerógama del género Crocus perteneciente a la familia de las Iridaceae. Es originaria de Grecia y las Cícladas.[1]
Es un cormo perenne que alcanza un tamaño de 5 cm de diámetro. Las flores, en tonos de color lila o blanco con venas moradas y rojas estigmas prominente , aparecen con las hojas en otoño e invierno.[2]
Crocus cartwrightianus, fue nombrado por W. Herbert en honor a su amigo el Sr. Cartwright, que estaba en el personal del consulado británico en Estambul en el siglo XIX. El Sr. Cartwright envió cormos a Herbert de la isla de Tenos. Se cree que es la fuente de la triploide estéril Crocus sativus, o el azafrán cultivado. Sin embargo, es una planta más pequeña. Es originaria de Grecia y las Cícladas y florece en el otoño, después se forman las hojas.[3]
Esta especie se encuentra comúnmente creciendo en áreas de suelo de caliza en la península de la Ática de Grecia. Hay evidencia de que esta planta fue cultivada en la antigua Creta, al menos ya en el período minoico medio, según lo exhibido por un mural, el "Azafrán recolector", que ilustra la reunión de azafranes.[4]
Esta planta,[5] y el cultivar 'Albus'[6] (con flores de color blanco puro), han ganado el Award of Garden Merit de la Royal Horticultural Society.
Crocus cancellatus fue descrita por William Herbert y publicado en Edwards's Bot. Reg. 29(Misc.): 82 1843.[7]
Crocus: nombre genérico que deriva de la palabra griega: κρόκος ( krokos ).[8] Esta, a su vez, es probablemente una palabra tomada de una lengua semítica, relacionada con el hebreo כרכום karkom, arameo ܟܟܘܪܟܟܡܡܐ kurkama y árabe كركم kurkum, lo que significa " azafrán "( Crocus sativus ), "azafrán amarillo" o la cúrcuma (ver Curcuma). La palabra en última instancia se remonta al sánscrito kunkumam (कुङ्कुमं) para "azafrán" a menos que sea en sí mismo descendiente de la palabra semita.[9]
cartwrightianus: epíteto otorgado por W. Herbert en honor a su amigo el Sr. Cartwright, que estaba en el personal del consulado británico en Estambul en el siglo XIX.[10]
Crocus cartwrightianus, es una especie de planta fanerógama del género Crocus perteneciente a la familia de las Iridaceae. Es originaria de Grecia y las Cícladas.
Flor Vista de la plantaCrocus cartwrightianus est une espèce de Crocus de l'est de la Méditerranée à floraison automnale.
Crocus cartwrightianus est l'ancêtre présumé du crocus domestique Crocus sativus, le safran. La relation phylogénétique entre Crocus cartwrightianus (diploïde) et Crocus sativus (triploïde stérile) est évidente. L’analyse de l’ADN nucléaire de Crocus sativus confirme que Crocus cartwrightianus est l’ancêtre le plus vraisemblable du safran. Il n’est cependant pas formellement établi si d’autres espèces, notamment Crocus thomasii et Crocus pallasii, ont participé à d’anciennes hybridations qui ont finalement abouti à Crocus sativus.
La forme blanche de Crocus cartwrightianus (Crocus cartwrightianus ‘Albus’) est souvent confondue avec Crocus hadriaticus, une espèce à fleur blanche qui pousse dans les mêmes régions. Crocus hadriaticus a un style qui se divise au-dessus de la gorge de la fleur et qui ne dépasse pas la moitié des tépales. Crocus cartwrightianus a un style plus long qui est déjà divisé dans la gorge de la fleur.
Crocus cartwrightianus er tegund blómplantna af sverðliljuætt, sem finnst í Grikklandi og Krít. Hann verður um 5 sm hár. Blómin eru fjólulit til hvít með purpuralitum æðum og áberandi rauðu fræni, og koma með blöðunum að hausti og vetri.[1]
Fræðiheitið cartwrightianus vísar til 19du aldar breska konsúlsins í Konstatínópel, John Cartwright.[2]
C. cartwrightianus er talin vera villt upprunategund Saffrankrókus (Crocus sativus).[3] Saffran kom líklega fyrst fram á Krít. Uppruni í vestur eða mið Asíu, þó að hann sé oft grunaður, er talinn ólíklegur af grasafræðingum.[4]
Þessi tegund finnst gjarnan á kalksteinssvæðum á Attica skaga í Grikklandi. Það hafa fundist merki um ræktun þessarar tegundar í Forngrikklandi svo seint sem snemma á Mið-Mínóska tímabilinu, eins og sést á veggmyndinni; "Saffron Gatherer", sem sýnir söfnun á krókus.[5]
Crocus cartwrightianus er tegund blómplantna af sverðliljuætt, sem finnst í Grikklandi og Krít. Hann verður um 5 sm hár. Blómin eru fjólulit til hvít með purpuralitum æðum og áberandi rauðu fræni, og koma með blöðunum að hausti og vetri.
Fræðiheitið cartwrightianus vísar til 19du aldar breska konsúlsins í Konstatínópel, John Cartwright.
C. cartwrightianus er talin vera villt upprunategund Saffrankrókus (Crocus sativus). Saffran kom líklega fyrst fram á Krít. Uppruni í vestur eða mið Asíu, þó að hann sé oft grunaður, er talinn ólíklegur af grasafræðingum.
Þessi tegund finnst gjarnan á kalksteinssvæðum á Attica skaga í Grikklandi. Það hafa fundist merki um ræktun þessarar tegundar í Forngrikklandi svo seint sem snemma á Mið-Mínóska tímabilinu, eins og sést á veggmyndinni; "Saffron Gatherer", sem sýnir söfnun á krókus.
Veggmynd frá Santorini Veggmynd frá Santorini C. cartwrightianus 'Albus'
Crocus cartwrightianus Herb. è una pianta angiosperma monocotiledone della famiglia delle Iridacee, originaria della Grecia e dell'isola di Creta[1]. È una pianta perenne a cormi che cresce fino a 10 cm, con molte foglie strette, che fiorisce in tardo autunno o nel primo inverno. I fiori hanno sfumature di lilla o bianco, con venature viola e promimenti stigmi rossi.[2]
L'epiteto specifico cartwrightianus si riferisce a John Cartwright, console britannico a Costantinopoli nel XIX secolo.[3]
Si presume che il C. cartwrightianus sia il precursore selvatico del Crocus sativus (zafferano vero), specie triploide oggi addomesticata e diffusamente coltivata.[4]
La pianta cresce normalmente in suoli calcarei della penisola Attica, in Grecia. Si hanno prove di una sua coltivazione nell'isola di Creta risalente almeno all'epoca del Medio Periodo Minoico grazie al ritrovamento a Cnosso di un affresco, il "Raccoglitore di zafferano", in cui si osserva la raccolta dei crochi.[5]
Questa pianta[6], insieme con la sua cultivar 'Albus'[7] (con fiori completamente bianchi), ha ricevuto il Premio al Merito in Gardinaggio (Award of Garden Merit) dalla Royal Horticultural Society.
Crocus cartwrightianus Herb. è una pianta angiosperma monocotiledone della famiglia delle Iridacee, originaria della Grecia e dell'isola di Creta. È una pianta perenne a cormi che cresce fino a 10 cm, con molte foglie strette, che fiorisce in tardo autunno o nel primo inverno. I fiori hanno sfumature di lilla o bianco, con venature viola e promimenti stigmi rossi.
Crocus cartwrightianus (binomen a Gulielmo Herbert anno 1843 statutum) est species plantarum florentium in familia Iridacearum. In Graecia et insulis Aegaeis gignitur. Speciem cultam nomine Crocus sativus nullibi sponte crescentem quidam e Croco cartwrightiano deductam esse censent.
Crocus cartwrightianus (binomen a Gulielmo Herbert anno 1843 statutum) est species plantarum florentium in familia Iridacearum. In Graecia et insulis Aegaeis gignitur. Speciem cultam nomine Crocus sativus nullibi sponte crescentem quidam e Croco cartwrightiano deductam esse censent.
Vild saffranskrokus[1] (Crocus cartwrightianus[2]) är en irisväxtart som beskrevs av William Herbert. Vild saffranskrokus ingår i krokussläktet som ingår i familjen irisväxter.[3][4] Inga underarter finns listade i Catalogue of Life.[3]
Vild saffranskrokus (Crocus cartwrightianus) är en irisväxtart som beskrevs av William Herbert. Vild saffranskrokus ingår i krokussläktet som ingår i familjen irisväxter. Inga underarter finns listade i Catalogue of Life.
Crocus cartwrightianus là một loài thực vật có hoa trong họ Diên vĩ. Loài này được Herb. miêu tả khoa học đầu tiên năm 1843.[1]
Crocus cartwrightianus là một loài thực vật có hoa trong họ Diên vĩ. Loài này được Herb. miêu tả khoa học đầu tiên năm 1843.