Ο χανταϊός είναι ιός της οικογένειας των Χανταϊών. Ο ιός μπορεί να μεταδοθεί από το ποντίκι στον άνθρωπο εφόσον ο άνθρωπος καταναλώσει το σωματικό υγρό του ποντικιού. Ακόμη μπορεί να μεταδοθεί μέσω της έκθεσης σε ούρα, περιττώματα ή σάλιο τρωκτικών που φέρουν τον ιό ή από δάγκωμα ποντικιού. Η περίοδος επώασης φτάνει μέχρι και τις 8 εβδομάδες.[1]
Τα συμπτώματα του χανταϊού είναι συνήθως πυρετός, πονοκέφαλος, βήχας και δύσπνοια.[1]
Οι μολύνσεις ανθρώπων με χανταϊό σχετίζονται σχεδόν εξ ολοκλήρου με την ανθρώπινη επαφή με περιττώματα τρωκτικών, ωστόσο, το 2005 και το 2019, αναφέρθηκε μετάδοση του ιού των Άνδεων από άνθρωπο σε άνθρωπο στη Νότια Αμερική.[2]
Το όνομα του χανταϊού προέρχεται από τον ποταμό Χαντάν στην Νότια Κορέα όπου καταγράφηκε ένα ξέσπασμα.[3] Ο Χο-Βανγκ Λι απομόνωσε τον ιό το 1976.
Ο χανταϊός είναι ιός της οικογένειας των Χανταϊών. Ο ιός μπορεί να μεταδοθεί από το ποντίκι στον άνθρωπο εφόσον ο άνθρωπος καταναλώσει το σωματικό υγρό του ποντικιού. Ακόμη μπορεί να μεταδοθεί μέσω της έκθεσης σε ούρα, περιττώματα ή σάλιο τρωκτικών που φέρουν τον ιό ή από δάγκωμα ποντικιού. Η περίοδος επώασης φτάνει μέχρι και τις 8 εβδομάδες.
Τα συμπτώματα του χανταϊού είναι συνήθως πυρετός, πονοκέφαλος, βήχας και δύσπνοια.
Οι μολύνσεις ανθρώπων με χανταϊό σχετίζονται σχεδόν εξ ολοκλήρου με την ανθρώπινη επαφή με περιττώματα τρωκτικών, ωστόσο, το 2005 και το 2019, αναφέρθηκε μετάδοση του ιού των Άνδεων από άνθρωπο σε άνθρωπο στη Νότια Αμερική.
Το όνομα του χανταϊού προέρχεται από τον ποταμό Χαντάν στην Νότια Κορέα όπου καταγράφηκε ένα ξέσπασμα. Ο Χο-Βανγκ Λι απομόνωσε τον ιό το 1976.