Το μελανούρι (Oblada melanura Λινναίος, 1758) είναι ένα Μεσογειακό ψάρι του αλμυρού νερού που ανήκει στην οικογένεια των Σπαριδών. Είναι το μόνο είδος του γένους Oblada.
Το σώμα του είναι αρκετά φαρδύ στη μέση, τα μάτια του είναι μεγάλα με διάμετρο σχεδόν το μισό ύψος του κεφαλιού και το στόμα του είναι λοξό με λεπτά χείλια και μόνο κοπτήρες μπροστά χωρίς άλλα δόντια.
Το πιο συνηθισμένο μέγεθος είναι στα 300-400 γραμμάρια, ενώ κάποιες φορές μπορεί να ξεπεράσει και τα 700 γρ. Το μήκος του είναι 34 εκ. και παρόλο το μικρό του μέγεθος σε σχέση με άλλα ψάρια, μπορεί να ζήσει 11 χρόνια και κάποιες φορές λίγο παραπάνω.
Το χρώμα του στη ράχη είναι ασημοκάστανο ή ασημογάλαζο, στα πλευρά είναι ασημί και στην κοιλιά έχει δέκα περίπου πολύ ψιλές μακρουλές γκριζόμαυρες γραμμές. Όταν ερεθίζεται το χρώμα του σκουραίνει προς το καφέ και το βαθύ μενεξεδί. Στη ρίζα της ουράς έχει μια πλατιά μαύρη κηλίδα, σχεδόν κλειστή σαν δαχτυλίδι ανάμεσα σε δυο άσπρες πιο στενές.
Τα μελανούρια είναι παμφάγα. Καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας μετακινούνται πολύ αναζητώντας την τροφή τους.Σε μικρή ηλικία τρέφονται με κρουστοφόρα και μικρά ασπόνδυλα, καθώς και με κάποια είδη του ζωοπλαγκτού, ενώ μεγαλώνοντας θα εμπλουτίσουν το διαιτολόγιό τους και με φυτικές τροφές.Τα συναντάμε σε ρηχά και βαθειά νερά, σε μικρά κοπάδια στο βυθό, σε αμμούδες και φυκιάδες και κοντά σε βράχους της ακτής.
Τα μελανούρια είναι γονοχωριστικό είδος, δηλαδή έχουν ένα φύλο σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Υπάρχουν, όμως και περιπτώσεις όπου παρατηρήθηκε ότι μπορεί να κάνουν αλλαγή φύλου από θηλυκά και να γίνουν αρσενικά (όχι όμως το αντίστροφο), χωρίς να έχει βρεθεί προφανής αιτία. Γεννούν μια φορά το χρόνο, την περίοδο από Απρίλιο μέχρι Ιούνιο.
Το μελανούρι πιάνεται συνήθως με παραγάδια , δίχτυα και αρμίδι με φελά καθώς και με συρτή δολωμένη με απλό πούπουλο γλάρου που σκεπάζει το αγκίστρι.[1]
Το μελανούρι (Oblada melanura Λινναίος, 1758) είναι ένα Μεσογειακό ψάρι του αλμυρού νερού που ανήκει στην οικογένεια των Σπαριδών. Είναι το μόνο είδος του γένους Oblada.