Το εριόφυλλο (Eriophyllum) ή ακτινολεπίς (Actinolepis)[1], γνωστό κοινώς ως «χνουδωτό ηλιολούλουδο», είναι Γένος φυτών της μεγάλης οικογένειας των συνθέτων. Το γένος είναι ιθαγενές στις δυτικές ΗΠΑ, τον νοτιοδυτικό Καναδά και το βορειοδυτικό Μεξικό, με συγκέντρωση μικρής κατανομής ενδημικών ειδών στην Καλιφόρνια.[2][3][4]
Μερικά είδη εριόφυλλου τρώγονται από τις προνύμφες (κάμπιες) μερικών ειδών λεπιδόπτερων, όπως του Phymatopus californicus.
Τα εριόφυλλα είναι μονοετείς (κυρίως) ή πολυετείς θάμνοι, με κάποια είδη να φθάνουν σε ύψος έως 2,0 μέτρα. Τα φύλλα τους είναι αντίθετα και σχισμένα, τα ανώτερα σε δύο και τα κατώτερα σε τρία μέρη, με χνούδι σε ορισμένα είδη. Τα άνθη τους είναι κίτρινα και βγαίνουν σε επάκρια κεφάλια με γλωσσίδια που έχουν δύο έως τρία δόντια[5]. Η δομή του σπονδυλώματος των σεπάλων είναι από κωνική έως ημισφαιρική. Οι καρποί είναι γωνιώδους σχήματος στα εξωτερικά άνθη και ροπαλόμορφοι στα εσωτερικά.
Περίπου οκτώ είδη είναι τα σημαντικότερα. Εδώ αναφέρονται 13 είδη:
Το εριόφυλλο (Eriophyllum) ή ακτινολεπίς (Actinolepis), γνωστό κοινώς ως «χνουδωτό ηλιολούλουδο», είναι Γένος φυτών της μεγάλης οικογένειας των συνθέτων. Το γένος είναι ιθαγενές στις δυτικές ΗΠΑ, τον νοτιοδυτικό Καναδά και το βορειοδυτικό Μεξικό, με συγκέντρωση μικρής κατανομής ενδημικών ειδών στην Καλιφόρνια.
Μερικά είδη εριόφυλλου τρώγονται από τις προνύμφες (κάμπιες) μερικών ειδών λεπιδόπτερων, όπως του Phymatopus californicus.